Raúl Argemí: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Share:

Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του βιβλίου Προτελευταίο πολεμικό ψευδώνυμο;

Στη φυλακή γνώρισα έναν μυθομανή, ο οποίος όταν προσπαθούσε να περάσει για κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που πράγματι ήταν και τον ανακάλυπταν, υπέφερε. Δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τη διαφορά ανάμεσα σε ένα άτομο και έναν χαρακτήρα. Γεγονός που θέτει υπό αμφισβήτηση την αμεταβλητότητα της ταυτότητας, ένα θέμα μόνιμο και διαρκές για μένα.

Έπειτα από ένα αυτοκινητικό δυστύχημα, ένας δημοσιογράφος ξυπνάει στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Ποιος είναι ο δημοσιογράφος και τι του έχει συμβεί;

Ο δημοσιογράφος ονομάζεται Καρασπίκε και ο βίος και η πολιτεία του είναι το κεντρικό θέμα του μυθιστορήματος.

Ο δημοσιογράφος ανακαλύπτει ότι, πέρα από τα προβλήματά του, έχει δίπλα του έναν ασθενή που κρύβει μυστικά. Ποιος είναι ο μυστηριώδης Ινδιάνος;

Ο Ινδιάνος είναι ο αρχηγός μιας οικογένειας Μαπούτσε, αναμεμειγμένος σε μια υπόθεση πολλαπλών τελετουργικών φόνων. Αυτό το στοιχείο το πήρα από ένα πραγματικό γεγονός. Το μυστήριο δεν είναι αυτός, αλλά ο αφηγητής – και δεν μπορώ να πω περισσότερα.

Από αυτή την ιστορία μπαίνετε βαθύτερα στα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπισε η Αργεντινή. Αυτά ευθύνονται και για την αύξηση της βίας;

Η ιστορία αναφέρεται πολύ συγκεκριμένα στη βία που ασκήθηκε από την τελευταία γενοκτόνο δικτατορία και στις μετέπειτα αντηχήσεις της.

Η διαφθορά του κράτους και τα αμέτρητα προβλήματα μπορούν να λυθούν στο μέλλον από την Πολιτεία;

Ειλικρινά δεν το νομίζω. Ούτε η μόρφωση ούτε οι θρησκείες, οι οποίες είναι πολύ πιο ισχυρές, έχουν καταφέρει να μας αλλάξουν. Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ζώο που σκοτώνει τους ομοίους του για ασήμαντους λόγους.

Οι πληγές κλείνουν, αλλά αφήνουν ανεξίτηλες ουλές που σε αλλάζουν για πάντα.

Με άψογη τεχνική στήνετε ένα προφίλ πολλαπλών προσώπων, που μαζί με τον αφηγητή πασχίζει να βρει την άκρη του μίτου της Αριάδνης. Πρόκειται για ένα ψυχολογικό θρίλερ;

Δεν το ξέρω. Αυτό το αφήνω στους ακαδημαϊκούς, ένα είδος ξένο σε μένα. Αυτοί αναλαμβάνουν να μας καρφιτσώσουν στον φελλό, σαν τις πεταλούδες, για να σιγουρευτούν ότι είμαστε είτε το ένα είτε το άλλο. Ο συγγραφέας που ασχολείται μ’ αυτά είναι ανόητος, χάνει την ελευθερία του.

Ένας νονός της νύχτας κινεί τα νήματα του παράνομου κόσμου μιας τοπικής κοινότητας κι ένας αστυνομικός ψάχνει ανάμεσα σε πτώματα και τραυματίες. Δύο αντίθετοι κόσμοι. Μήπως έχουμε μια πάλη ανάμεσα στο καλό και στο κακό;

Το καλό και το κακό είναι αξεχώριστα μεταξύ τους. Το ένα υπάρχει για το άλλο. Το πνεύμα ηρεμεί πιστεύοντας ότι μπορεί να επιλέγει το καλό και όχι το κακό. Ως προς αυτό, εγώ είμαι άθεος, το ίδιο ισχύει και για ένα σωρό άλλα πράγματα.

Ακόμη, έχουμε έναν ψυχωτικό κληρικό. Πού μπορεί να οδηγήσει η ψύχωση και ο θρησκευτικός φανατισμός;

Στον κόσμο στον οποίο ζούμε. Όλες οι θρησκείες είναι σεχταριστικές. Και η απομάκρυνσή τους από την πραγματικότητα εμπεριέχει πολλή τρέλα, διότι διαβεβαιώνουν τους ακολούθους ότι αν είναι μέσα στη σέχτα είναι απ’ τους καλούς, ενώ αν είναι έξω είναι απ’ τους κακούς. Και, προσοχή, όταν λέω θρησκεία εννοώ οποιαδήποτε δογματική ιδεολογία.

Όλα αυτά σε μια γρήγορη γραφή που γοητεύει τους αναγνώστες. Πώς κατορθώνει ένας συγγραφέας να κερδίσει τους αναγνώστες του;

Τη μέρα που θα βρω το μυστικό για να το κατορθώσω αυτό, δε θα το πω σε κανέναν.

Εσείς πήρατε ενεργά μέρος στον αγώνα ενάντια της δικτατορίας. Έχουν κλείσει οι πληγές έπειτα από τόσες δεκαετίες;

Η συμμετοχή μου στον πολιτικό αγώνα άρχισε πριν από τη δικτατορία στην οποία αναφέρεστε, κατά τη διάρκεια άλλης δικτατορίας. Σε τελική ανάλυση, ήταν αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό. Οι πληγές κλείνουν, αλλά αφήνουν ανεξίτηλες ουλές που σε αλλάζουν για πάντα.

Συνεργαστήκατε και ως δημοσιογράφος με διάφορα έντυπα. Μπορείτε να κάνετε μια μικρή αναφορά;

Δεν είναι πολύ πιθανό να ζήσει κανείς από τη συγγραφή, ούτε ξέρω αν είναι ευκταίο, επειδή καταλήγει κανείς να γράφει για την αγορά· πράγμα λυπηρό. Γράφοντας σε εφημερίδες, περιοδικά ή στο διαδίκτυο σήμερα, όχι μόνο βγάζει κανείς το ψωμί του, αλλά επιπλέον κρατάει καλοακονισμένα τα όπλα της συγγραφής.

Πώς συνδυάζει κανείς τη δημοσιογραφία με την πεζογραφία;

Δημοσιογράφοι και συγγραφείς έχουμε παρόμοιες, πλην όμως διαφορετικές νευρώσεις. Εγώ είμαι συγγραφέας και δεν ανακατεύω το ένα με το άλλο. Τη διαφορά την καθορίζει το μέσο. Ο αναγνώστης ξεκινάει από την παραδοχή πως ό,τι γράφεται σε μια εφημερίδα είναι αλήθεια, έστω κι αν διατηρεί αμφιβολίες. Στη λογοτεχνία γνωρίζει ότι πρόκειται για επινόηση, γι’ αυτό και η λογοτεχνία κρίνεται στην αληθοφάνεια, ενώ οι ειδήσεις, η πραγματικότητα, δηλαδή, επιτρέπεται κάλλιστα να είναι αναληθοφανής. Γεγονός που απαιτεί διαφορετική οπτική και ιδίωμα.

Πώς αισθάνεστε όταν σας βραβεύουν για το έργο σας, όπως συνέβη με το Προτελευταίο πολεμικό ψευδώνυμο;

Ένας φίλος μου συγγραφέας λέει πως όλοι οι συγγραφείς θα ’πρεπε να παίρνουν κάπου κάπου κάποιο βραβείο, απλώς και μόνο επειδή κάνουν ένα επάγγελμα τόσο δύσκολο σε μοναχικές συνθήκες.

Πώς νιώθετε που το μυθιστόρημά σας μεταφράστηκε στην ελληνική γλώσσα;

Νιώθω ότι έχω μπλέξει σε μπελάδες, επειδή τα ελληνικά μου είναι της εποχής του Περικλή. Πλάκα κάνω, φυσικά, αλλά από καιρό σε καιρό επιστρέφω στον Αισχύλο, τον Σοφοκλή και τον Όμηρο, αυτές τις ιδιοφυΐες που αντέχουν στον χρόνο.

Ποια είναι η γνώμη σας για την Ελλάδα;

Δεν την έχω επισκεφτεί ποτέ, οπότε θα ήταν παρακινδυνευμένο να κρίνω απ’ έξω. Αναρωτιέμαι, όμως, αν είναι δύσκολο να έχεις παρόν, όταν είχες ένα παρελθόν πάνω στο οποίο εδραιώθηκε ο δυτικός πολιτισμός.

Μετάφραση από τα ισπανικά: Ασπασία Καμπύλη

Ελπιδοφόρος Ιντζέπελης

 

Source: Arta News

Previous Article

Επαναλειτουργία των Ιερών Ναών

Next Article

ΕΛΤΑ: Ειδικά συλλεκτικά φιλοτελικά προϊόντα

Σχετικά άρθρα