Δεν είναι εύκολο να μιλάει κανείς για όσους έχουν αποδημήσει από το μάταιο μεν αλλά ποθητό κόσμο μας. Κι αυτό γιατί υπάρχει κίνδυνος είτε να θεωρηθεί, από όσους τον ακούνε ή τον διαβάζουν, ότι προσπαθεί να «αγιοποιήσει» τον αποδημήσαντα είτε ότι από άγνοια ή και από πρόθεση υποβιβάζει όσα κατόρθωσε να κάνει στη ζωή του. Δεν γίνεται όμως να αφήνει κανείς να «φεύγουν» από τη ζωή πραγματικοί αγωνιστές της χωρίς να κάνει έστω μια μικρή αναφορά στο παράδειγμά τους και στη μήνυμα που στέλνουν με τη ζωή τους στον κόσμο. Σε έναν τέτοιο αγωνιστή της ζωής που μας άφησε την Παρασκευή που μας πέρασε αφιερώνεται αυτό εδώ το κείμενο.
Ο Βασίλης Μάλλιος, γιος του Θανάση και της Πατρούλας, αποδήμησε εις Κύριον σε ηλικία 72 σχεδόν ετών (θα τα έκλεινε τον ερχόμενο Οκτώβριο). Ήταν εν ενεργεία πρόεδρος του Συλλόγου Ατόμων με Αναπηρία νομού Άρτας και του Νομαρχιακού Αθλητικού Σωματείου ΑΜΕΑ Άρτας «Ο Πρωτομάστορας». Ο Βασίλης δεν γεννήθηκε ανάπηρος. Στα πρώτα 28 χρόνια της ζωής του ήταν αρτιμελής, τελείωσε το δημοτικό, βοηθούσε την οικογένειά του στις αγροτικές εργασίες, ολοκλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία σε δύσκολες εποχές. Προερχόμενος από φτωχή και πολύτεκνη αγροτική οικογένεια, συνειδητοποίησε γρήγορα ότι θα έπρεπε να αναζητήσει διέξοδο σε κάτι άλλο πέρα από τις αγροτικές εργασίες και κατετάγη στη χωροφυλακή, όπου και υπηρέτησε σε χωριά της Μεσσηνίας για περίπου μια πενταετία. Στο μεταξύ είχε παντρευτεί τη σύντροφο της ζωής του, Θεοδώρα Νταλάκου του Μιχάλη και της Βασιλικής με την οποία σχεδίαζαν ένα κοινό μέλλον, όπως όλοι οι άνθρωποι εκείνης της εποχής. Η μοίρα, όμως, τα φέρνει διαφορετικά απ’ ό,τι τα σχεδιάζουν οι άνθρωποι.
Ο Βασίλης το 1975, σε ηλικία 28 ετών, μετά από ένα ατύχημα, έμεινε ανάπηρος από τη μέση και κάτω και καθηλώθηκε σε αναπηρικό αμαξίδιο. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να καταβάλει έναν άνθρωπο τόσο νέο και τόσο δραστήριο, όπως ο ίδιος, θα μπορούσε ακόμη και να προκαλέσει προβλήματα στο νέο ζευγάρι. Ούτε εκείνος, όμως, ούτε η ακούραστη σύζυγός του το έβαλαν κάτω. Προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν την αναπηρία με όλα τα μέσα της εποχής και, όταν πλέον αποδείχτηκε ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε περισσότερο, αποφάσισαν να μην υποταχθούν στην μοίρα τους αλλά να επιχειρήσουν να κερδίσουν τη ζωή τους με κάθε τρόπο. Όταν μάλιστα απέκτησαν και το γιο τους, τον Θανάση, η ζωή τους βρήκε άλλους ρυθμούς. Ο Βασίλης έμαθε να οδηγεί ως ανάπηρος, αγόρασε αγροτικό αυτοκίνητο το οποίο έβαλε και μετέτρεψαν σε αναπηρικό με έλεγχο χειροκίνητο (όταν ακόμα δεν υπήρχαν στη χώρα μας αυτόματες ταχύτητες), φρόντισε να βελτιώσει και να επεκτείνει τις καλλιέργειες που βρήκε από τους γονείς του και τους γονείς της συζύγου του, έκανε ταξίδια, έφτιαξε νεροτριβή στο χωριό του (τη Μεγάρχη όπου και έζησε μόνιμα από το ατύχημα και μετά και όπου αναπαύεται εν ειρήνη πλέον), ασχολήθηκε με τα κοινά και εξελέγη κοινοτικός σύμβουλος Μεγάρχης για αρκετά χρόνια.
Ευαισθητοποιημένος στα ζητήματα των ατόμων με αναπηρία, ο Βασίλης δραστηριοποιήθηκε και στο αναπηρικό κίνημα, στον τοπικό Σύλλογο ΑΜΕΑ, αλλά και στο Δ.Σ. της Περιφερειακής Ομοσπονδίας ΑΜΕΑ Ηπείρου. Συμμετείχε σε όλα σχεδόν τα συνέδρια της ομοσπονδίας την τελευταία εικοσαετία, και, σε συνεργασία με τα υπόλοιπα μέλη του Δ.Σ. του συλλόγου ΑΜΕΑ, διεκδίκησαν και κατάφεραν να μεταστεγαστεί ο σύλλογος σε γραφεία που παραχώρησε ο δήμος Αρταίων. Πρόσφερε αμέριστη βοήθεια σε όλους όσοι του τη ζήτησαν με χαρακτηριστική την περίπτωση του συλλόγου «Αγκαλιά». Δεν το έβαλε ποτέ κάτω, ενώ υπήρξε και ικανότατος στιχοπλόκος, ιδιαίτερα στον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο (αυτόν με τον οποίο έχουν δημιουργηθεί τα δημοτικά μας τραγούδια), με τον οποίο κατάστρωνε σατιρικά ποιήματα που δημοσίευε σε τοπικές εφημερίδες ως ΒΑΣΜΑΛ. Το 2011 κατέγραψε έναν απολογισμό της ως τότε ζωής του σε ένα αυτοβιογραφικό αφήγημα με τίτλο «Η ζωή του και με τη Θοδώρα».
Απ’ όλα όσα αναφέρθηκαν καταλαβαίνει κανείς ότι ο Βασίλης Μάλλιος έδωσε ένα άλλο νόημα στον όρο «άτομο με αναπηρία», ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που κυριαρχούσαν ακόμα στην ελληνική κοινωνία τη δεκαετία του 70 και του 80. Μπορεί να μην ήταν άγιος και οπωσδήποτε είχε ι αυτός (όπως όλοι μας) τα ελαττώματά του, αλλά δε μπορεί να του αμφισβητήσει κανείς ότι αγωνίστηκε σκληρά για να κερδίσει το δικαίωμά του στη ζωή και ότι αυτόν τον αγώνα, τον καθημερινό για πάνω από 40 χρόνια, τον κέρδιζε μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο. Πού βρήκε τη δύναμη που χρειάστηκε; Μα στη σύντροφο της ζωής του, τη Θοδώρα του, αλλά και στο συνάνθρωπο, από τον συνάδελφό του χωροφύλακα που τον προστατεύει σαν αδελφός και του μαθαίνει τα μυστικά της δουλειάς, μέχρι τον μηχανικό της τοπικής αντιπροσωπείας που για πρώτη φορά στην περιοχή διαμορφώνει ένα αυτοκίνητο σε αναπηρικό. Με τη ζωή του ο Βασίλης Μάλλιος έδωσε δίδαγμα ζωής σε όλους μας. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει!
Source: Arta News