Υπάρχουν, στην πορεία κάθε χρονιάς, κάποιες μέρες που χαρακτηρίζονται είτε διεθνώς είτε με εθνικές αποφάσεις ως μέρες μνήμης ή τιμής κάποιου γεγονότος ή εορτασμού επετείων ή τιμής σε πρόσωπα και θεσμούς. Έχω καταθέσει αρκετές φορές τον προβληματισμό μου για την αναγκαιότητα ύπαρξης τέτοιων ημερών με το σκεπτικό ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχουν συγκεκριμένες μέρες κατά τις οποίες θα πρέπει να θυμόμαστε ή να ενδιαφερόμαστε για κάτι για το οποίο θα έπρεπε να έχουμε το νου μας όλη τη διάρκεια της χρονιάς. Να, όμως, που φαίνεται ότι υπάρχουν και περιπτώσεις στις οποίες η θεσμοθέτηση μέρας μνήμης κρίνεται όχι μόνο ορθή αλλά και άκρως απαραίτητη.
Αυτό συμβαίνει διότι, όσο περνάει ο καιρός, η μνήμη μας εξασθενεί και τείνουμε να ξεχνάμε όσα συνέβησαν στο παρελθόν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υποκύπτουμε σε πειρασμούς που μπορεί να μας οδηγήσουν σε λάθη τα οποία στο παρελθόν υπήρξαν ολέθρια και μετέτρεψαν τον άνθρωπο σε ον όμοιο άγριου ζώου. Ιδιαίτερα στην εποχή μας, με την ανάδυση της νεοναζιστικής ιδεολογίας και την ενδυνάμωση ακροδεξιών ή και εθνικιστικών παρατάξεων σε όλη σχεδόν την Ευρώπη (για να μην αναφέρουμε τον κόσμο ολόκληρο), η θέσπιση ημέρας μνήμης των θυμάτων του ολοκαυτώματος αποτελεί το ελάχιστο μέτρο προφύλαξης που θα μπορούσε να λάβει ο πολιτισμένος κόσμος απέναντι στις απειλές που ορθώνονται μπροστά του στο εγγύς ή απώτερο μέλλον.
Ο ΟΗΕ αποφάσισε το 2005 να ανακηρύξει την 27η Ιανουαρίου ως Διεθνή Ημέρα μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος από το ναζιστικό καθεστώς κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ημερομηνία επιλέχθηκε επειδή στις 27 Ιανουαρίου 1945 τα σοβιετικά στρατεύματα απελευθέρωσαν το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς – Μπίρκεναου στην Πολωνία. Το σχέδιο της απόφασης αυτής «καλεί τα κράτη – μέλη να επεξεργαστούν προγράμματα εκπαίδευσης που θα μεταδώσουν στις μελλοντικές γενεές τα διδάγματα του Ολοκαυτώματος και να βοηθήσουν να προλαμβάνονται πράξεις γενοκτονίας».
Με τον όρο «Ολοκαύτωμα» περιγράφεται ο υποκινούμενος από το κράτος συστηματικός διωγμός και η γενοκτονία διαφόρων εθνικών, θρησκευτικών, κοινωνικών και πολιτικών ομάδων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου από τη Ναζιστική Γερμανία και τους συνεργάτες της. Οι Εβραίοι της Ευρώπης ήταν τα κύρια θύματα του Ολοκαυτώματος, μέσω αυτού που οι Ναζί ονόμαζαν «Τελική Λύση του Εβραϊκού Ζητήματος». Ο αριθμός των θυμάτων του εβραϊκού πληθυσμού συνήθως προσδιορίζεται στα έξι εκατομμύρια κατά προσέγγιση. Εκτός από τους Εβραίους, περίπου 220.000 Ρομά και Σίντι θανατώθηκαν στο Ολοκαύτωμα δηλαδή το 25-50% του ευρωπαϊκού τους πληθυσμού. Άλλες ομάδες που κρίθηκαν «φυλετικά κατώτερες» ή «ανεπιθύμητες» ήταν διανοητικά ασθενείς ή σωματικά ανάπηροι, ομοφυλόφιλοι, Κομμουνιστές και άλλοι πολιτικοί αντιφρονούντες, συνδικαλιστές, καλλιτέχνες και κάποιοι Καθολικοί και Προτεστάντες κληρικοί που διώχτηκαν ή θανατώθηκαν. Αν συνυπολογιστούν και αυτές οι πληθυσμιακές ομάδες, ο αριθμός των θυμάτων ανεβαίνει σημαντικά.
Το Ολοκαύτωμα εξαπλώθηκε και διαπράχθηκε με μεθοδικό τρόπο σχεδόν σε όλες τις περιοχές που κατείχαν οι Ναζί. Εκεί οι Εβραίοι και τα άλλα θύματα κυνηγήθηκαν και στάλθηκαν σε στρατόπεδα εργασίας ή σε στρατόπεδα εξόντωσης. Υπάρχουν αποδείξεις ότι οι Ναζί σκόπευαν να συνεχίσουν την εφαρμογή της «τελικής λύσης» στις περιοχές που σκόπευαν να κατακτήσουν. Οι δολοφονίες συνέχισαν σε διάφορα μέρη της επικράτειας των Ναζί μέχρι και τα τελευταία στάδια του πόλεμου, και σταμάτησαν οριστικά μόνο όταν οι Συμμαχικές δυνάμεις εισέβαλαν στη γερμανική ενδοχώρα και ανάγκασαν τους Ναζί να παραδοθούν το Μάιο του 1945. Το Ολοκαύτωμα εφαρμόστηκε χωρίς κανένα έλεος ή εξαίρεση για τα παιδιά ή τα μωρά, και τα θύματα συχνά βασανίζονταν πριν τελικά δολοφονηθούν. Οι Ναζί διεξήγαγαν σαδιστικά και θανατηφόρα πειράματα με το πρόσχημα της ιατρικής έρευνας, χρησιμοποιώντας κρατούμενους, συμπεριλαμβανομένων και παιδιών. Οι περισσότεροι από τους κρατούμενους που χρησιμοποιήθηκαν στα πειράματα αυτά δεν επέζησαν. Το ίδιο σκληρή και βάναυση ήταν και η καθημερινή ζωή στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, με τους ξυλοδαρμούς, τα βασανιστήρια και τις ομαδικές εκτελέσεις από τους Ναζί να είναι στην ημερήσια διάταξη.
Δεν υπάρχει τρόπος να περιγράψει κανείς τη φρίκη και την κτηνωδία που εκδηλώθηκε από τους φορείς του Ναζισμού κατά την εφαρμογή της διαβόητης «τελικής λύσης», με το πρόσχημα της φυλετικής ανωτερότητας των φορέων αυτών έναντι των «κατώτερων» ομάδων με «υπάνθρωπα χαρακτηριστικά» όπως ονόμαζαν τα θύματά τους, μόνο και μόνο για να έχουν άλλοθι για την εξόντωσή τους. Ας μην παρασυρόμαστε από το γεγονός ότι ο Ναζισμός ταυτίστηκε σε μεγάλο βαθμό με την προσωπικότητα του Αδόλφου Χίτλερ. Δεν ήταν μόνον αυτός που μισούσε τους Εβραίους, αλλά μια ολόκληρη ιδεολογία που υφείρπε και πριν το Χίτλερ και η οποία σε αυτόν βρήκε τον ιδανικό εκφραστή της. Ούτε θα πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους το γεγονός ότι εμείς μπορεί να μην είμαστε Εβραίοι, Ρομά, ομοφυλόφιλοι ή ανάπηροι. Από τη στιγμή που η όποια ιδεολογία βίας αποφασίζει με αυθαίρετο τρόπο να στοχοποιήσει μια κοινωνική ή πληθυσμιακή ομάδα, μόνο και μόνο επειδή έτσι της αρέσει, τότε κανείς δε μπορεί να αισθάνεται ασφαλής.
Η μελέτη του παρελθόντος, τότε μόνο μπορεί να έχει ουσιαστική αξία, όταν ωθεί την ανθρωπότητα να μαθαίνει από τα λάθη της ούτως ώστε να μην τα επαναλαμβάνει. Η ανάλγητη οικονομοκρατία του σύγχρονου πολιτισμού με την κυριαρχία των «αγορών» και την αποθέωση του απάνθρωπου κυνισμού, οδηγεί στη (συνειδητή ή εξ αμελείας) λήθη των αγριοτήτων του όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος και στον κίνδυνο να επαναληφθούν ωμότητες όπως αυτές του Ολοκαυτώματος. Ας είναι η Διεθνής Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος μια αφορμή να στραφούμε στο παρελθόν για να μάθουμε από τα λάθη μας.
Source: Arta News